- τριημίγυον
- τρῐημῐ-γῠον, τόA
, α γύης
and a half,Tab.Heracl.
2.29.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
, α γύης
and a half,Tab.Heracl.
2.29.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τριημίγυον — τὸ, Α ένας γύης* και μισός. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρίημι «ενάμισυ» + γύης «μέτρο γης» (πρβλ. τετρά γυος)] … Dictionary of Greek